Ο Τάσος Πίππας του Χαραλάμπη γεννήθηκε στο χωριό μας.  Σπούδασε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εργάστηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος. Η σχέση του με το χωριό μας είναι καρμική. Η παρουσία του είναι έντονη και αδιάκοπη στο χωριό μας, αλλά και στην Αθήνα που ζει, πάντα ασχολείτο με τα θέματα του χωριού, είτε μέσα από τις δραστηριότητες του Συλλόγου, είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Το 1987,ως μέλος του ΔΣ του Συλλόγου τον Απανταχού Μηλιωτών, με τον Μίμη τον Λέντζο εκδίδουν την εφημερίδα ΜΗΛΙΩΤΙΣΣΑ με μεγάλη επιτυχία. Ο Τάσος ο Πίππας εξακολουθεί να πηγαίνει στο χωριό, πιο έντονα μάλιστα. Έχει σπίτι στο χωριό και ασχολείται με την καλλιέργεια καρποφόρων δέντρων με μεγάλη όρεξη και επιμέλεια.

Τον Ιούνιο – Αύγουστο 1987 κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος της εφημερίδας μαζί με τον σύλλογο. Τι είναι αυτό που σας παρακίνησε να δημιουργήσετε την εφημερίδα Μηλιώτισσα;

Τίποτα περισσότερο ή τίποτα λιγότερο από το να δημιουργηθεί ένα βήμα, ένας   ζεστός χώρος  συνάντησης και επικοινωνίας μεταξύ των απανταχού συγχωριανών μας. Να τα πούμε θέλαμε.  Όταν επικοινωνείς και μοιράζεσαι πράγματα, υπάρχεις.

Ποιος είχε την αρχική ιδέα για την εφημερίδα; Ποιοι ήσασταν;

Ξεκινήσαμε με τον Δημήτρη τον Λέντζο. Η ιδέα ζυμώθηκε από κοινού. Για την υλοποίηση βέβαια είχαμε και την παρότρυνση των υπολοίπων μελών του τότε ΔΣ του συλλόγου. Η εφημερίδα εκδόθηκε μέχρι το 1991και μετά από δεκαετή παύση επανεκδόθηκε το 2001 με υπεύθυνο τον Δημήτρη τον Λέντζο.

Ποια ήταν η αρχική ιδέα για το στήσιμο της εφημερίδας; Είχατε σκεφτεί συγκεκριμένες ενότητες;

Δεν είχαν μπει αυστηρά πλαίσια ύλης. Υπήρχε, βέβαια , ένας υποτυπώδης κορμός, η μορφή όμως του κάθε φύλλου  εξαρτιόταν    άμεσα από τις συνεργασίες που έρχονταν από τους συγχωριανούς μας. Η συμμετοχή ήταν η προτεραιότητα. Δε δημοσιογραφούσαμε, μιλούσαμε ήσυχα κι απλά σαν στη δική μας «αγορά».

Πόσο, θεωρείται, ενίσχυσε συναισθηματικά  όσους ζούσαν ήδη μακριά εκείνη την εποχή;

Όταν επικοινωνείς μνήμες, όταν μοιράζεσαι χαρές, καημούς και πόνους  ξαλαφρώνεις, ανασαίνεις καλύτερα. Ο κόσμος κατέθετε ελεύθερα κι ανεπιτήδευτα την ψυχούλα του.  Ακόμα κι ο τίτλος «Μηλιώτισσα», αφιερωμένος στη Μηλιώτισσα μάνα,  είχε σκόπιμα συναισθηματική φόρτιση.

Ήταν δύσκολο το εγχείρημα αυτό,  εκείνο τον καιρό;

Επειδή πιστεύαμε στην αναγκαιότητα του πράγματος, το εγχείρημα δεν ήταν  δύσκολο. Τα οικονομικά του συλλόγου, βέβαια,  στην αρχή δεν ήταν ανθηρά και χρειαζόταν να   κάνουμε συχνά ρεφενέ. Αργότερα προσέφερε τη δαπάνη έκδοσης η εταιρία Γερμανός και εμπλουτίστηκε η εφημερίδα με φωτογραφικό υλικό. Στο πρώτο στάδιο  αυτό ήταν λόγω κόστους σχεδόν απαγορευτικό.

Πόσο σημαντικό είναι και την τότε εποχή αλλά και την σήμερον ημέρα να μαθαίνει κανείς νέα από τον τόπο του;

Είναι σα να έχεις νέα από το σπίτι σου. Στα ευχάριστα χαίρεσαι στα άσχημα λυπάσαι. Θυμάμαι όταν γύρναγε το βράδυ ο πατέρας από το καφενείο,  η μάνα μου  τον  ρώταγε πάντα «τι νέα μας έφερες από την αγορά;». Η εφημερίδα έπαιζε αυτό το ρόλο: έφερνε νέα από και προς τη δική μας «αγορά».

Ποια είναι η σχέση σας με το χωριό σήμερα;

Από τη μία θέλω να βρίσκομαι συχνά στο χωριό, και συνέχεια αν ήταν δυνατόν. Από την άλλη ,  δεν το κρύβω, στεναχωριέμαι όταν σήμερα βρίσκομαι εκεί, γιατί μετρώ τους ανθρώπους και μου λείπουνε πολλοί, πολλοί και καλοί.

Πως αξιολογείται την κατάσταση στο χωριό σήμερα;

Πολλή ερημιά με τα άσχημα επακόλουθά της. Μπορεί να είσαι ώρες στο μπαλκόνι και να μην περάσει ψυχή στο δρόμο. Ενώ παλιά: γιαγιές στα πεζούλια, παιδιά στις αυλές και τους δρόμους, κίνηση, ζωή παντού. Η πολλή ερημιά και η έλλειψη νέων ανθρώπων γεννά μίζερες καταστάσεις.

Πιστεύετε ότι μπορούν να βελτιωθούν τα πράγματα στο χωριό;

Επειδή το πρόβλημα εστιάζεται στην ερήμωση, η οποία αυξάνεται  με γεωμετρική πρόοδο, τα πράγματα δε φαντάζουν ευοίωνα. Μόνο αν νέοι άνθρωποι, με  όραμα και όρεξη για δημιουργία, θελήσουν να επιστρέψουν στο τόπο μας, μόνο τότε  υπάρχει ελπίδα. Η συγκυρία, κυρίως λόγω της δηλωμένης πρόθεσης του ιδρύματος Folloe της οικογένειας Γερμανού για  αρωγή, είναι κατάλληλη.

Τι θα θέλατε να δείτε να συμβαίνει στο χωριό ή στην ευρύτερη περιοχή;

Να συμβεί το παραπάνω. Να επιστρέψουν νέοι στον τόπο μας, να βοηθηθούν, να περάσουν αυτοί καλά, να αναβιώσει  και το χωριό, να δει άσπρη μέρα. Για  καλό και για κακό ένας χώρος φροντίδας και ενασχόλησης  ηλικιωμένων στην περιοχή ας γίνει για ρεζέρβα…

Τι θα συμβουλεύατε την νέα γενιά;

Μακριά από μένα ο ρόλος του γκουρού. Η νέα γενιά ξέρει τι της γίνεται, είναι ψυλλιασμένη.  Παρ´ όλα αυτά αν σώνει και καλά χρειάζεται μια προτροπή: παιδιά  κάντε τ´ αδύνατα δυνατά. Κάντε ότι δε μπορείτε.