Θυμάμαι καλά τη μικρή κουζίνα με τις ξύλινες μισάντρες, το χαμηλό ταβάνι και το παλιό πάτωμα με το σάισμα και τις κουρελούδες. Στο τζάκι αργο- καίγονταν ένα μικρό κούτσουρο. Στο ξύλινο τραπέζι κάθονταν σκεφτικός ο φίλος μου ο Χρήστος. Είμαστε δεν είμαστε δώδεκα χρονώνε τότε, στις αρχές του 70. Μπροστά του είχε μια κόλλα αναφοράς και κάτι έγραφε. Εγώ κάθισα ακριβώς απέναντι του. Δεν μπορούσα να δω τι γράφει.
Η Θεια-Γιώτα είχε τηγανίσει πατάτες και μας έβαλε να φάμε. Ο Χρήστος δεν έφαγε καμμία. Σε λίγο μπήκε ο πατέρας του νευριασμένος, του πήρε από τα χέρια την κόλλα, την κοίταξε και την πέταξε με δύναμη πάνω στο τραπέζι. Μπήκε στο άλλο δωμάτιο και γύρισε πάλι με μια λευκή κόλλα αναφοράς. Πήρε το στυλό μπροστά από τον Χρήστο και μου είπε να γράψω μια αίτηση προς κάπου, δεν θυμάμαι τώρα που. Έγραψα θυμάμαι, γρήγορα και σωστά, την αίτηση και του την έδωσα. Την είδε και πηγαίνοντας μπρος στον Χρήστο του την έδειξε και με αυστηρό ύφος του είπε πως δεν θα βγει από το σπίτι δυο μέρες, ως τιμωρία και να δει την αίτηση την δική μου να δει πως πρέπει να είναι. Ο Χρήστος με χαμηλωμένο το κεφάλι γύρισε και με κοίταξε με ένα παραπονεμένο βλέμμα, που θυμάμαι ακόμη. Ύστερα έφυγα. Ο Χρήστος τις επόμενες ημέρες δεν μου μιλούσε. Τον προκάλεσα να μου πει γιατί. Μου είπε μονάχα. «Μίμη δεν είσαι εντάξει». Αργότερα έμαθα, ότι όλο το πρόβλημα ήταν η ορθογραφία. Ένα ορθογραφικό λάθος στη λέξη αίτηση. Ο Χρήστος την είχε γράψει με έψιλον. Τότε κατάλαβα τι είχε γίνει όπως και αυτό το «Μίμη δεν είσαι εντάξει». Χρόνια μου το έλεγε αυτό, το ότι δεν έπρεπε να γράψω την «αίτησιν» γιατί τότε τα έγγραφα τα γράφανε στην καθαρεύουσα. Του εξηγούσα πως δεν κατάλαβα και άλλα. Πέρασαν χρόνια κι ο Χρήστος είχε μάθει πια να γράφει αιτήσεις χωρίς λάθη. Έτσι στα είκοσι οκτώ του, έγραψε και την τελευταία του προς τον θάνατο, πάλι με έψιλον και έφυγε τόσο νωρίς, παίρνοντας μαζί του κι εκείνο το παράπονο. Όποτε βλέπω από τότε αυτή τη λέξη, «αίτησις», θέλω να τη γράφω μόνο με έψιλον. Αυτό είναι το δικό μου ορθογραφικό λάθος, γιατί η ορθογραφία στις φιλίες είναι πάντα ανορθόγραφη και τα κείμενα της γεμάτα λάθη, αλλά αυτά παραμένουν τα σπουδαιότερα της ζωής μας κείμενα.
Χρήστος Γιαννόπουλος 1959-1988.
Μίμης Λέντζος